Μυστήριο πίστεως και θεολογικο-δογματική έκφραση
(ή οι
ιστορικές εκφράσεις του εσχατολογικού μυστηρίου)
Ερώτημα: Μπορούμε να έχουμε απόκλιση στις θεολογικο-δογματικές διατυπώσεις και ταυτότητα στην πίστη σε ένα "πράγμα";
1.1 Οι διαφορετικές «θεολογικο-δογματικές εκφράσεις» (θεολογίες)
Ανατολής και Δύσης που αναφέρονται σε ένα «μυστήριο πίστεως» (λ.χ. στο άγιο
Πνεύμα) είναι σαν τα διαφορετικά ΔΑΧΤΥΛΑ που δείχνουν ένα ίδιο ΑΣΤΕΡΙ που
κοιτάζουμε. Και το αστέρι είναι το μυστήριο στο οποίο πιστεύουμε.
1.2 Δεν πιστεύουμε στα δάχτυλα καθαυτά (θεολογικο-δογματικές
εκφράσεις) αλλά μέσω αυτών πιστεύουμε στο αστέρι προς το οποίο δείχνουν
(μυστήριο πίστεως). Τα δάχτυλα είναι ιστορικο-πολιτισμικά προσδιορισμένα και το αστέρι, το "πράγμα" δηλ. το ίδιο, το "μυστήριο πίστεως", είναι
εσχατολογικό ή καλύτερα εσχατο-μυστηριακό.
1.3 Είναι αυτό ακριβώς που ο Ακινάτης σε διάσημη διατύπωσή του έχει πει για
τη σχέση αλλά και τη διαφορά μεταξύ «θεολογικής έκφρασης», διατύπωσης, ακόμα και δογματικής (=δάχτυλο)
και «μυστηρίου πίστεως», πράγματος (=αστέρι)[1].
2.1 Μόνον αυτοί που δεν είναι ψαγμένοι
περί το «μυστήριο πίστεως», περί την υπερβατικότητα της αλήθειας του πράγματος του
ίδιου (αστέρι), –το οποίο βρίσκεται πάντα επέκεινα των διατυπώσεων καθότι
υπερβατικό–, νομίζουν ότι πιστεύουμε στα δάχτυλα καθαυτά (διατυπώσεις) και τα
απολυτοποιούν για να τα αντιπαραθέσουν στη συνέχεια.
2.2 Οι θεολογίες (δάχτυλα), δηλ. οι «θεολογικές
εκφράσεις», οι «θεολογικές διατυπώσεις» οι σχετικές με την αλήθεια ενός
μυστηρίου (λ.χ. άγιο Πνεύμα) που βρίσκονται μέσα σε κάθε δογματική διατύπωση δεν θέλουν ούτε απολυτοποίηση ούτε σχετικοποίηση.
Και δεν πρέπει να ταυτίζονται έτσι απλά με το «μυστήριο πίστεως» του οποίου η
αλήθεια είναι υπερβατική (καθότι εσχατολογική) αλλά πρέπει να αναφέρονται πάντα
στο «μυστήριο πίστεως» (αστέρι) προς το οποίο δείχνουν από διαφορετικές οπτικές
γωνίες και ιστορικο-πολιτισμικές θέσεις. Γι' αυτό τα δόγματα, οι δογματικές αλήθειες, λόγω των θεολογιών με τις οποίες εκφράζονται απαρέγκλητα, χρειάζονται συναφειακή ερμηνεία. Αφ' ενός με "εξηγητική", για την τότε συνάφεια της έκφρασής τους, αφ' ετέρου "ερμηνευτική" για την πιστή μεταγραφή του νοήματός των (όχι απαραίτητα του γράμματός των) στο σήμερα. Η εγκυρότητα της μεταγραφής προϋποθέτει στην Εκκλησία την ύπαρξη ενός επίσημου Διδακτικού Σώματος (Magisterium) που να να εγγυάται την πιστότητα.
3. Αυτό συμβαίνει λόγω της υπερβατικότητας της
αλήθειας ενός «μυστηρίου» (εσχατολογικής) έναντι των εκφράσεων-διατυπώσεων που
προσπαθούν να το δείξουν (ιστορικές). Η αλήθεια του «μυστηρίου» (res) είναι
πάντα υπερβατική έναντι κάθε ιστορικο-πολιτισμικής θεολογικής έκφρασης και
πρότασης (ennuntiabile) που αναφέρεται σε αυτήν.
4.1 Αυτή είναι μια βασική ερμηνευτική αρχή στο
θέμα των θεολογικών Διαλόγων που εξηγεί θαυμάσια γιατί η διαφορά στις
«θεολογίες» και τις δογματικές διατυπώσεις που ενσωματώνουν θεολογίες δεν σημαίνει απαραίτητα και διαφορά στο «πιστευόμενο», στο
περιεχόμενο της πίστης. Διότι το «πιστευόμενο», ως υπερβατικό, είναι και
παραμένει «μυστήριο» επέκεινα κάθε θεολογικής διατύπωσης-πρότασης, επέκεινα
κάθε «δογματικής διατύπωσης».
4.2 Δεν πιστεύουμε στην «πρόταση» (θεολογία) αλλά στο
«πράγμα» (μυστήριο) που η πρόταση προσπαθεί να δείξει. Γι' αυτό και οι
θεολογικές αλλά και δογματικές προτάσεις, μέσα στην ιστορία (δάχτυλα), είναι τελειοποιήσημες καθόσον δείχνουν στο
«μυστήριο» (αστέρι) που είναι και παραμένει πάντα εσχατολογικό, υπερβατικό.
[1] “Actus [...]
credentis non terminatur ad enuntiabile, sed ad rem” («Now the act of the
believer does not terminate in a proposition, but in a thing. For as in science
we do not form propositions, except in order to have knowledge about things
through their means, so is it in faith.»), στο Thomas
Aquinas, Summa theologiae 2a 2æ q. 1a. ad 2. (πρβλ. Y. Congar, “Diversité de Dogmatique
dans l’unité de Foi entre Orient et Occident” στο Irénikon, 54 (1981) vol.
1, σελ. 25-35 [29].)